Η εφαρμογή των βραχυοπρόθεσμων μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους ήταν ευπρόσδεκτο, όχι όμως και επαρκές μέτρο προκειμένου να τηρηθεί το ελληνικό χρονοδιάγραμμα για ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και δοκιμαστική έξοδο στις αγορές.
Οι Ευρωπαίοι μετέφεραν το βάρος της διαπραγμάτευσης και της επιτυχούς ολοκλήρωσης της αξιολόγησης στη έναρξη νέου ελληνικού προγράμματος με το ΔΝΤ. Αυτό ωστόσο δε φαίνεται να μπορεί να επιτευχθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα, με δεδομένες τις θέσεις του Ταμείου.
Ο ορισμός του μεσοπρόθεσμου στόχου των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 3.5% του ΑΕΠ φέρνει σε δύσκολη θέση και τις δύο πλευρές. Η ελληνική Κυβέρνηση θα πρέπει να καταθέσει στη Βουλή αντίστοιχο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα για το 2019-20, την ώρα που το Ταμείο βλέπει δημοσιονομικά κενά όχι μόνο στις δύο αυτές χρονιές, αλλά και στο 2018. Μάλιστα, διατηρεί συγκεκριμένες επιφυλάξεις ακόμα και για τον προϋπολογισμό του 2017 που ψηφίζεται στην Βουλή, χωρίς ωστόσο αυτές να αποτελούν πλέον αγκάθι στις συζητήσεις.
Το ΔΝΤ ζητά πλέον αξιόπιστα μέτρα επίτευξης των στόχων, τα οποία -αναπόφευκτα- περιλαμβάνουν παρεμβάσεις στο αφορολόγητο και στο συνταξιοδοτικό. Πρόκειται για κρίσιμα θέματα –αναγκαία για την επίτευξη νέας συμφωνίας- τα οποία ωστόσο θα μπορούσαν να αντιμετωπιστούν ηπιότερα και σταδιακά, αν οι Ευρωπαίοι είχαν δεσμευθεί σε μικρότερα πλεονάσματα.
Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ Τζέρι Ράις αναμένεται να επαναλάβει σήμερα, σε προγραμματισμένη ενημέρωση, τις θέσεις του Ταμείου αναφορικά με την ανάγκη βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, αλλά και το είδος των απαραίτητων διαρθρωτικών παρεμβάσεων. Παράλληλα, θα επισημάνει ότι το Ταμείο θα στηρίξει μόνο ένα πρόγραμμα που «βγαίνουν τα νούμερα».
Σε κάθε περίπτωση, θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολο να επιτευχθεί οποιαδήποτε συμφωνία πριν το τέλος του Ιανουαρίου και να επικυρωθεί αντιστοίχως πριν από το Φεβρουάριο. Στη συγκεκριμένη εξίσωση θα πρέπει να συνυπολογιστεί το ενδεχόμενο διαφορετικής προσέγγισης από την πλευρά των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τη συμμετοχή του ΔΝΤ σε ελληνικό πρόγραμμα, στο βαθμό που επηρεάζει τις αποφάσεις του ΔΣ του Ταμείου.
Η πιθανότητα καθυστέρησης ή μη επίτευξης της συμφωνίας έως το τέλος Ιανουαρίου έχει αρχίσει να ανησυχεί και τους Ευρωπαίους. Οι διαφορετικές προσεγγίσεις Τόσμεν – Τσακαλώτου στο πρόσφατο eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου –ειδικά στα εργασιακά- αλλά και η πίεση κάτω από την οποία βρίσκεται (πολιτικά) η ελληνική Κυβέρνηση αποτελούν αρνητικά σημάδια. Οι Βρυξέλλες –με τα σημερινά δεδομένα- δεν προετοιμάζονται για νέο eurogroup πριν το προγραμματισμένο για το τέλος Ιανουαρίου.
Αυτό που έχει αρχίσει να απασχολεί, μάλιστα, συγκεκριμένα κράτη – μέλη είναι το ενδεχόμενο να χρειαστεί η Ελλάδα την επόμενη εκταμίευση, χωρίς να έχει υπάρξει συμφωνία με το ΔΝΤ. Το σενάριο απεμπλοκής του Ταμείου από τα ευρωπαϊκά προγράμματα θα προκαλέσει δυσεπίλυτες παρενέργειες σε Κοινοβούλια όπως αυτά της Ολλανδίας, της Γερμανίας ή της Φιλανδίας και μάλιστα μέσα σε εκλογική χρονιά για τις πρώτες δύο χώρες. Κυρίως όμως θα προκαλέσει εκ νέου ασφυξία στην ελληνική πλευρά, η οποία αποσκοπεί σε έξοδο από τα μνημόνια το καλοκαίρι του 2018.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου