Η χθεσινή συνεδρίαση του eurogroup δεν επεφύλασσε απολύτως καμία έκπληξη σε όσους είχαν αντιληφθεί ότι ήταν πρακτικά αδύνατο να ξεφύγει η απόφασή του από αυτή του Μαΐου του 2016. Η ευκρίνεια στο δρόμο που θα ακολουθηθεί έως τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους ήταν (λίγο-πολύ) μέρος της περσινής συμφωνίας.
Η σύνδεση των μέτρων αυτών με την ανάπτυξη της οικονομίας ήταν προφανής και αναμενόμενη. Ο μηχανισμός ωστόσο που θα συνδέει τα δύο μεγέθη χρυσώνει το χάπι στην ελληνική πλευρά, στο δρόμο προς την επιτυχή ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος.
Ο «γαλλικής έμπνευσης» μηχανισμός θα μελετηθεί, βέβαια, από το eurozorking group και εν τέλει θα περάσει και από την αξιολόγηση του ΔΝΤ εφόσον χρειαστεί –αμφίβολο- να προχωρήσει οποιαδήποτε εκταμίευση από το Ταμείο.
Αυτό ωστόσο που φαίνεται να κερδίζει η ελληνική πλευρά είναι μία πειστικότερη δέσμευση από τους Ευρωπαίους εταίρους της ότι η ρύθμιση του χρέους της χώρας δε θα μείνει στα χαρτιά. Εναπόκειται πλέον στις αγορές να κρίνουν αν η δέσμευση αυτή είναι επαρκής προκειμένου να προχωρήσει απρόσκοπτα η δοκιμαστική έξοδος της χώρας προς τις αγορές και εν τέλει η ένταξη της Ελλάδας σε μία στοιχειώδη κανονικότητα ως προς την κάλυψη των δανειακών της αναγκών, μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.
Το σίγουρο είναι ότι η ευκρίνεια των προθέσεων των εταίρων μας συνοδεύτηκε από ακόμη μεγαλύτερη ευκρίνεια ως προς τις υποχρεώσεις της χώρας. Σχεδόν το σύνολο των μνημονιακών (ψηφισθέντων πλέον) υποχρεώσεων της Ελλάδας καταγράφεται στη χθεσινή ανακοίνωση του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. Κι αν ο αναπτυξιακός σχεδιασμός, η διευκόλυνση των αποκρατικοποιήσεων, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, η αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων και η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής αποτελούν θέματα που ξεπερνούν κάθε μνημόνιο και αφορούν στην εύρυθμη λειτουργίας ενός Κράτους, οι δημοσιονομικοί στόχοι που διευκρινίστηκαν έχουν θέσει τον πήχη εξαιρετικά υψηλά για την ελληνική οικονομία.
Για να οδηγηθεί επιμήκυνση ωρίμανσης των δανείων του EFSF έως και 15 χρόνια και μείωση των αντίστοιχων επιτοκίων, η Ελλάδα καλείται να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και άνω –αλλά κοντά- στο 2% από το 2023 έως το 2060. Κανείς δε γνωρίζει αν ο στόχος αυτός είναι επιτεύξιμος στην πράξη. Το βέβαιο είναι ότι υπό αυτές τις παραμέτρους αναμένεται η ρύθμιση του ελληνικού χρέους το 2018, έτσι ώστε οι συνολικές ανάγκες εξυπηρέτησης του δανεισμού της χώρας να μην ξεπερνούν μεσοπρόθεσμα το 15% και μακροπρόθεσμα το 20% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, η Ελλάδα βρίσκεται παραλληλίζεται ευθέως με –μεταξύ άλλων- τριτοκοσμικές χώρες, οι οποίες στη δεκαετία του 1980 εισήλθαν σε «πρόγραμμα επί της Αρχής» (Σουδάν, Ακτή Ελεφαντοστού, Εκουαδόρ, Μεξικό, Χιλή, Κονγκό, Σομαλία, όπως το ίδιο το ΔΝΤ επεσήμανε στην ανακοίνωσή του). Η περίπτωση εκταμίευσης οποιασδήποτε δόσης από το Ταμείο έχει ως προϋπόθεση τη βιωσιμότητα του χρέους με όρους… Τόμσεν και Λαγκάρντ. Με τα σημερινά ευρωπαϊκά δεδομένα, ένα τέτοιο ενδεχόμενο μοιάζει απίθανο. Κατά συνέπεια, παραμένει ως πρώτο σενάριο η Ελλάδα να κληθεί να εφαρμόσει τα δύσκολα μέτρα του Ταμείου, χωρίς να απολαύσει το σύνολο της ελάφρυνσης χρέους που εκείνο ζητά.
Το βασικότερο ωστόσο θέμα που σχετίζεται με το ΔΝΤ είναι το κατά πόσο μία αρνητική έκθεση βιωσιμότητας του χρέους εκ μέρους του καταστρέφει τον ελληνικό σχεδιασμό για έξοδο προς τις αγορές. Η απάντηση είναι μάλλον προφανής. Όσο πιο ξεκάθαρη καταστεί η εγγύηση βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας από τους εταίρους της, τόσο μικρότερη σημασία θα έχει η τοποθέτηση του Ταμείου. Από την άλλη, αν οι Ευρωπαίοι εγγυηθούν την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, δεν θα υφίσταται τελικά λόγος… αρνητικής Έκθεσης βιωσιμότητας.
Συμπέρασμα: Από χθες η Ελλάδα γνωρίζει με λίγο μεγαλύτερη σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο θα επανέλθει σε μία στοιχειώδη κανονικότητα από τον Αύγουστο του 2018. Το «καρότο» είναι ευκρινέστερο. Μόνο που συνδέεται πλέον αυστηρότερα με την έγκαιρη –οι αγορές δε σταματούν να παρατηρούν- και πιστή εφαρμογή ενός φιλόδοξου πακέτου μεταρρυθμίσεων που πριμοδοτήθηκε χθες με 8,5 δις ευρώ.
Αν το «καρότο» κατέστη ευκρινέστερο, το «μαστίγιο» είναι περισσότερο ορατό παρά ποτέ. Για τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, πάντως, ούτε αυτό αποτελεί έκπληξη.
Η σύνδεση των μέτρων αυτών με την ανάπτυξη της οικονομίας ήταν προφανής και αναμενόμενη. Ο μηχανισμός ωστόσο που θα συνδέει τα δύο μεγέθη χρυσώνει το χάπι στην ελληνική πλευρά, στο δρόμο προς την επιτυχή ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος.
Ο «γαλλικής έμπνευσης» μηχανισμός θα μελετηθεί, βέβαια, από το eurozorking group και εν τέλει θα περάσει και από την αξιολόγηση του ΔΝΤ εφόσον χρειαστεί –αμφίβολο- να προχωρήσει οποιαδήποτε εκταμίευση από το Ταμείο.
Αυτό ωστόσο που φαίνεται να κερδίζει η ελληνική πλευρά είναι μία πειστικότερη δέσμευση από τους Ευρωπαίους εταίρους της ότι η ρύθμιση του χρέους της χώρας δε θα μείνει στα χαρτιά. Εναπόκειται πλέον στις αγορές να κρίνουν αν η δέσμευση αυτή είναι επαρκής προκειμένου να προχωρήσει απρόσκοπτα η δοκιμαστική έξοδος της χώρας προς τις αγορές και εν τέλει η ένταξη της Ελλάδας σε μία στοιχειώδη κανονικότητα ως προς την κάλυψη των δανειακών της αναγκών, μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος.
Το σίγουρο είναι ότι η ευκρίνεια των προθέσεων των εταίρων μας συνοδεύτηκε από ακόμη μεγαλύτερη ευκρίνεια ως προς τις υποχρεώσεις της χώρας. Σχεδόν το σύνολο των μνημονιακών (ψηφισθέντων πλέον) υποχρεώσεων της Ελλάδας καταγράφεται στη χθεσινή ανακοίνωση του Συμβουλίου των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης. Κι αν ο αναπτυξιακός σχεδιασμός, η διευκόλυνση των αποκρατικοποιήσεων, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός, η αντιμετώπιση των κόκκινων δανείων και η διατήρηση της κοινωνικής συνοχής αποτελούν θέματα που ξεπερνούν κάθε μνημόνιο και αφορούν στην εύρυθμη λειτουργίας ενός Κράτους, οι δημοσιονομικοί στόχοι που διευκρινίστηκαν έχουν θέσει τον πήχη εξαιρετικά υψηλά για την ελληνική οικονομία.
Για να οδηγηθεί επιμήκυνση ωρίμανσης των δανείων του EFSF έως και 15 χρόνια και μείωση των αντίστοιχων επιτοκίων, η Ελλάδα καλείται να πετύχει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022 και άνω –αλλά κοντά- στο 2% από το 2023 έως το 2060. Κανείς δε γνωρίζει αν ο στόχος αυτός είναι επιτεύξιμος στην πράξη. Το βέβαιο είναι ότι υπό αυτές τις παραμέτρους αναμένεται η ρύθμιση του ελληνικού χρέους το 2018, έτσι ώστε οι συνολικές ανάγκες εξυπηρέτησης του δανεισμού της χώρας να μην ξεπερνούν μεσοπρόθεσμα το 15% και μακροπρόθεσμα το 20% του ΑΕΠ.
Σε ό,τι αφορά το ΔΝΤ, η Ελλάδα βρίσκεται παραλληλίζεται ευθέως με –μεταξύ άλλων- τριτοκοσμικές χώρες, οι οποίες στη δεκαετία του 1980 εισήλθαν σε «πρόγραμμα επί της Αρχής» (Σουδάν, Ακτή Ελεφαντοστού, Εκουαδόρ, Μεξικό, Χιλή, Κονγκό, Σομαλία, όπως το ίδιο το ΔΝΤ επεσήμανε στην ανακοίνωσή του). Η περίπτωση εκταμίευσης οποιασδήποτε δόσης από το Ταμείο έχει ως προϋπόθεση τη βιωσιμότητα του χρέους με όρους… Τόμσεν και Λαγκάρντ. Με τα σημερινά ευρωπαϊκά δεδομένα, ένα τέτοιο ενδεχόμενο μοιάζει απίθανο. Κατά συνέπεια, παραμένει ως πρώτο σενάριο η Ελλάδα να κληθεί να εφαρμόσει τα δύσκολα μέτρα του Ταμείου, χωρίς να απολαύσει το σύνολο της ελάφρυνσης χρέους που εκείνο ζητά.
Το βασικότερο ωστόσο θέμα που σχετίζεται με το ΔΝΤ είναι το κατά πόσο μία αρνητική έκθεση βιωσιμότητας του χρέους εκ μέρους του καταστρέφει τον ελληνικό σχεδιασμό για έξοδο προς τις αγορές. Η απάντηση είναι μάλλον προφανής. Όσο πιο ξεκάθαρη καταστεί η εγγύηση βιωσιμότητας του χρέους της Ελλάδας από τους εταίρους της, τόσο μικρότερη σημασία θα έχει η τοποθέτηση του Ταμείου. Από την άλλη, αν οι Ευρωπαίοι εγγυηθούν την αποπληρωμή του ελληνικού χρέους, δεν θα υφίσταται τελικά λόγος… αρνητικής Έκθεσης βιωσιμότητας.
Συμπέρασμα: Από χθες η Ελλάδα γνωρίζει με λίγο μεγαλύτερη σαφήνεια τον τρόπο με τον οποίο θα επανέλθει σε μία στοιχειώδη κανονικότητα από τον Αύγουστο του 2018. Το «καρότο» είναι ευκρινέστερο. Μόνο που συνδέεται πλέον αυστηρότερα με την έγκαιρη –οι αγορές δε σταματούν να παρατηρούν- και πιστή εφαρμογή ενός φιλόδοξου πακέτου μεταρρυθμίσεων που πριμοδοτήθηκε χθες με 8,5 δις ευρώ.
Αν το «καρότο» κατέστη ευκρινέστερο, το «μαστίγιο» είναι περισσότερο ορατό παρά ποτέ. Για τους παροικούντες στην Ιερουσαλήμ, πάντως, ούτε αυτό αποτελεί έκπληξη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου